Τα εμφυτεύματα αποτελούν τον καλύτερο τρόπο αποκατάστασης σε περιπτώσεις που έχει χαθεί κάποιο δόντι ή ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν υπάρχουν καθόλου δόντια στο στόμα. Είναι ό,τι πιο κοντινό στα φυσικά μας δόντια και αποτελούν συνήθως μια πολύ συντηρητική (αν και χειρουργική) θεραπεία, αφού δε χρειάζεται να τροχιστούν τα διπλανά δόντια, όπως θα γινόταν στην περίπτωση μιας γέφυρας. Στις απλές περιπτώσεις, απαιτείται ένα μικρό χειρουργείο με ελάχιστο πόνο, λιγότερο από ό,τι υπήρξε μετά την εξαγωγή του δοντιού. Από τη δεύτερη μέρα, συνήθως δε χρειάζεται ούτε καν κάποιο αναλγητικό και μετά από αναμονή κάποιου χρόνου για την ενσωμάτωση του εμφυτεύματος (συνήθως 2 μήνες), κατασκευάζεται μια αισθητική αποκατάσταση πορσελάνης.
Σε πολλές περιπτώσεις, ενδείκνυται η άμεση τοποθέτηση και φόρτιση του εμφυτεύματος, κυρίως σε πρόσθια δόντια. Δηλαδή, το εμφύτευμα τοποθετείται την ημέρα της εξαγωγής του δοντιού και άμεσα τοποθετείται σε αυτό κάποια προσωρινή αποκατάσταση, μέχρι την ενσωμάτωση του εμφυτεύματος και την τοποθέτηση της μόνιμης προσθετικής εργασίας.
Σε περισταστικά που δεν υπάρχουν δόντια και οι ασθενείς δε μπορούν να συνηθίσουν τις ολικές οδοντοστοιχίες (μασέλες), η τοποθέτηση δυο ή τεσσάρων εμφυτευμάτων μπορεί να αυξήσει σημαντικά τη συγκράτηση της οδοντοστοιχίας, άρα και την άνεση του ασθενή όπως και τη δυνατότητά του να φάει σκληρές τροφές, χωρίς τη μεγάλη οικονομική δαπάνη που απαιτείται για την τοποθέτηση ακίνητων αποκαταστάσεων επί εμφυτευμάτων (γεφυρών). Ιδίως στην κάτω γνάθο, η λύση αυτή προτείνεται ανεπιφύλακτα γιατί έχει και το επιπλέον πλεονέκτημα ότι, στα σημεία που τοποθετούνται τα εμφυτεύματα, προλαμβάνεται η απορρόφηση των ούλων, που συμβαίνει με το πέρασμα του χρόνου και έχει ως αποτέλεσμα την ακόμη χειρότερη συγκράτηση της οδοντοστοιχίας. Στην άνω γνάθο, με την τοποθέτηση τεσσάρων εμφυτευμάτων, μπορεί να κατασκευαστεί μια οδοντοστοιχία χωρίς να καλύπτει την υπερώα (ουρανίσκο).